Quantcast
Jump to content
Προσοχή σε SCAM μηνύματα! Μας ενημέρωσαν ότι εστάλει μήνυμα στα Αγγλικά, για αλλαγή κωδικού πρόσβασης. Δεν έχουμε στείλει κάτι τέτοιο. Τα μηνύματά μας, πάντα είναι μεταφρασμένα στα Ελληνικά & περιέχουν το λογότυπό μας. ×
➔ Parents.org.gr
  • Από την διαχείριση / Admin news

    • 2 hours ago, Katiamaxiking said:

      Ευχαριστούμε!!! 

      Με μια μεγάλη χοριακή σου ευχομαι!!και εγω στην πρώτη εξωσωματική με θετικη χοριακή δεν είχα κανένα σύμπτωμα!

      Σε ευχαριστω πάρε πολύ !!!! Να είσαι καλα να σας πάνε και εσάς όλα δεξιά ! 

      2 hours ago, Blue Velvet said:

      Δεν έκανα άλλο,την Παρασκευή έχω τη χοριακη,οπότε ο,τι είναι να γίνει,θα γίνει.Κραταω μικρό καλάθι,φοβάμαι το αποτέλεσμα της εξέτασης..

      Να δεις θετική χοριακη σου εύχομαι !!!! Δεν έμεινε πολύ !!!!! Άσε από φόβο άλλο τίποτα αλλά θα πάνε όλα καλα !

Αγαπημένα ποιήματα..........


LinakiOZ

Recommended Posts

ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ....

Οδυσσέας Ελύτης.

Θα πενθώ πάντα -μ' ακούς;

για σένα, μόνος, στον Παράδεισο

Ι

Θα γυρίσει αλλού τις χαρακιές

της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος

μια στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός

Πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι

θα παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας

και θα χτυπήσει τον κόσμο η αθωότητα

με το δριμύ του μαύρου του θανάτου.

II

Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται

χωρίς εμάς και τραγουδώ τ' άλλα που πέρασαν

Εάν είναι αλήθεια,

Μιλημένα τα σώματα και οι βάρκες που έκρουσαν γλυκά,

οι κιθάρες που αναβόσβησαν κάτω από τα νερά.

Τα «πίστεψέ με» και τα «μη»

Μια στον αέρα, μια στη μουσική

τα δυο μικρά ζώα, τα χέρια μας

που γύρευαν ν' ανέβουνε κρυφά το ένα στο άλλο.

Η γλάστρα με το δροσαχί στις ανοιχτές αυλόπορτες

και τα κομμάτια οι θάλασσες που ερχόντουσαν μαζί

πάνω απ' τις ξερολιθιές, πίσω απ' τους φράχτες.

Την ανεμώνα που κάθισε στο χέρι σου

κι έτρεμε τρεις φορές το μωβ τρεις μέρες πάνω από

τους καταρράχτες

Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ.

Το ξύλινο δοκάρι και το τετράγωνο φαντό

στον τοίχο, τη Γοργόνα με τα ξέπλεκα μαλλιά

τη γάτα που μας κοίταξε μέσα στα σκοτεινά.

Παιδί με το λιβάνι και με τον κόκκινο σταυρό

την ώρα που βραδιάζει στων βράχων το απλησίαστο

πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμος.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Link to comment
Share on other sites


Διαφημίσεις

III

Έτσι μιλώ για σένα και για μένα

Επειδή σ' αγαπώ και στην αγάπη ξέρω

να μπαίνω σαν Πανσέληνος

από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ' αχανή σεντόνια.

Να μαδάω γιασεμιά - κι έχω τη δύναμη

αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω

Μέσ' από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές

υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε.

Ακουστά σ' έχουν τα κύματα,

πως χαϊδεύεις, πως φιλάς

πως λες ψιθυριστά το «τι» και το «ε».

Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο.

Πάντα εμείς το φως κι η σκιά.

Πάντα εσύ τ' αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό πλεούμενο.

Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά.

Το βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά.

Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες

τα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει

Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά που μεγαλώνει.

Το γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ

Επειδή σ' αγαπώ και σ' αγαπώ

πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει

Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο,

τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά.

Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική,

καμάρα τ' ουρανού με τ' άστρα

Τόσο η ελάχιστή σου αναπνοή

Που πια δεν έχω τίποτε άλλο

Μες στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα

να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου.

Να μυρίζω από σένα και ν' αγριεύουν οι άνθρωποι,

επειδή το αδοκίμαστο και το απ' αλλού φερμένο

δεν τ' αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ' ακούς?

Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν αγάπη μου

να μιλώ για σένα και για μένα.

Link to comment
Share on other sites

IV

Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν, μ' ακούς?

Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ' ακούς?

Το χαμένο μου αίμα και το μυτερό, μ' ακούς,

μαχαίρι!

Σαν κριάρι που τρέχει μες στους ουρανούς

Και των άστρων τους κλώνους τσακίζει, μ' ακούς?

Είμ' εγώ, μ' ακούς?

Σ' αγαπώ, μ'ακούς?

Σε κρατώ και σε πάω και σου φορώ

το λευκό νυφικό της Οφηλίας, μ' ακούς?

Που μ' αφήνεις, που πας και ποιος, μ' ακούς,

σου κρατεί το χέρι πάνω απ' τους κατακλυσμούς?

Οι πελώριες λιάνες και των ηφαιστείων οι λάβες,

θα 'ρθει μέρα, μ' ακούς

να μας θάψουν, κι οι χιλιάδες ύστερα χρόνοι.

Λαμπερά θα μας κάνουν πετρώματα, μ' ακούς?

Να γυαλίσει επάνω τους η απονιά, μ' ακούς,

των ανθρώπων

Και χιλιάδες κομμάτια να μας ρίξει.

Στα νερά ένα ένα, μ' ακούς,

τα πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ' ακούς

κι είναι ο χρόνος μια μεγάλη εκκλησία, μ' ακούς?

Όπου κάποτε οι φιγούρες

των Αγίων

βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ' ακούς?

Οι καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ' ακούς?

Ένα πέρασμα βαθύ να περάσω

Περιμένουν οι άγγελοι με κεριά και νεκρώσιμους ψαλμούς

Πουθενά δεν πάω, μ' ακούς

Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ' ακούς?

Το λουλούδι αυτό της καταιγίδας και, μ' ακούς,

της αγάπης

μια για πάντα το κόψαμε

και δε γίνεται ν' ανθίσει αλλιώς, μ' ακούς?

Σ' άλλη γη, σ' άλλο αστέρι, μ' ακούς

δεν υπάρχει το χώμα, δεν υπάρχει ο αέρας

που αγγίξαμε, ο ίδιος, μ' ακούς?

Και κανείς κηπουρός δεν ευτύχησε σ' άλλους καιρούς

από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες, μ' ακούς,

να τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ' ακούς?

Μες στη μέση της θάλασσας

από μόνο το θέλημα της αγάπης, μ' ακούς

ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ' ακούς?

Με σπηλιές και με κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς

Άκου, άκου

Ποιος μιλεί στα νερά και ποιος κλαίει –ακούς?;

Ποιος γυρεύει τον άλλο, ποιος φωνάζει –ακούς?

Είμ' εγώ που φωνάζω κι είμ' εγώ που κλαίω, μ' ακούς?

Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ, μ' ακούς?

V

Για σένα έχω μιλήσει σε καιρούς παλιούς

με σοφές παραμάνες και μ' αντάρτες απόμαχους

Από τι να 'ναι που έχεις τη θλίψη του αγριμιού

την ανταύγεια στο πρόσωπο του νερού του τρεμάμενου.

Και γιατί, λέει, να μέλλει κοντά σου να 'ρθω

που δε θέλω αγάπη αλλά θέλω τον άνεμο,

αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τον καλπασμό

Και για σένα κανείς δεν είχε ακούσει

Για σένα ούτε το δίκταμο ούτε το μανιτάρι

Στα μέρη τ' αψηλά της Κρήτης τίποτα

Για σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός να μου οδηγεί το χέρι

Πιο δω, πιο κει, προσεχτικά σ' όλο το γύρο

του γιαλού του προσώπου, τους κόλπους, τα μαλλιά.

Στο λόφο κυματίζοντας αριστερά

το σώμα σου στη στάση του πεύκου του μοναχικού.

Μάτια της περηφάνιας και του διάφανου

βυθού, μέσα στο σπίτι με το σκρίνιο το παλιό,

τις κίτρινες νταντέλες και το κυπαρισσόξυλο,

μόνος να περιμένω που θα πρωτοφανείς

ψηλά στο δώμα ή πίσω στις πλάκες της αυλής

με τ' άλογο του Αγίου και το αυγό της Ανάστασης

σαν από μια τοιχογραφία καταστραμμένη.

Μεγάλη όσο σε θέλησε η μικρή ζωή

να χωράς στο κεράκι τη στεντόρεια λάμψη την ηφαιστειακή.

Που κανείς να μην έχει δει και ακούσει,

τίποτα μες στις ερημιές τα ερειπωμένα σπίτια

ούτε ο θαμμένος πρόγονος άκρη άκρη στον αυλόγυρο,

για σένα ούτε η γερόντισσα μ' όλα της τα βοτάνια.

Για σένα μόνο εγώ, μπορεί και η μουσική

που διώχνω μέσα μου αλλ' αυτή γυρίζει δυνατότερη

Για σένα το ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ

το στραμμένο στο μέλλον με τον κρατήρα κόκκινο.

Για σένα σαν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή

που βρίσκει μες στο σώμα και που τρυπάει τη θύμηση

και να το χώμα, να τα περιστέρια, να η αρχαία μας γη.

VI

Έχω δει πολλά και η γη μέσ' απ' το νου μου φαίνεται ωραιότερη.

Ωραιότερη μες στους χρυσούς ατμούς

η πέτρα η κοφτερή, ωραιότερα

τα μπλάβα των ισθμών και οι στέγες μες στα κύματα.

Ωραιότερες οι αχτίδες όπου δίχως να πατείς περνάς

αήττητη όπως η Θεά της Σαμοθράκης πάνω από τα βουνά της θάλασσας.

Έτσι σ' έχω κοιτάξει που μου αρκεί

να 'χει ο χρόνος όλος αθωωθεί.

Μες στο αυλάκι που το πέρασμά σου αφήνει

σαν δελφίνι πρωτόπειρο ν' ακολουθεί

και να παίζει με τ' άσπρο και το κυανό η ψυχή μου!

Νίκη, νίκη όπου έχω νικηθεί

Πριν από την αγάπη και μαζί

για τη ρολογιά και για το γκιούλ μπρισίμι

Πήγαινε, πήγαινε και ας έχω εγώ χαθεί

Μόνος, και ας είναι ο ήλιος που κρατείς ένα παιδί νεογέννητο

Μόνος, και ας είμ' εγώ η πατρίδα που πενθεί

Ας είναι ο λόγος που έστειλα να σου κρατεί δαφνόφυλλο

Μόνος, ο αέρας δυνατός και μόνος τ' ολοστρόγγυλο

βότσαλο στο βλεφάρισμα του σκοτεινού βυθού

Ο ψαράς που ανέβασε κι έριξε πάλι πίσω στους καιρούς

τον Παράδεισο!

VII

Στον Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί

απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στη θάλασσα

με κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή

Έχω ρίξει μες στ' άπατα μιαν ηχώ

να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ,

να σε βλέπω μισή να περνάς στο νερό

και μισή να σε κλαίω μες στον Παράδεισο.

Link to comment
Share on other sites

Μανόλης Αναγνωστάκης, Αφιέρωση

Για τους ερωτευμένους που παντρεύτηκαν

Για το σπίτι που χτίστηκε

Για τα παιδάκια που μεγάλωσαν

Για τα πλοία που άραξαν

Για τη μάχη που κερδήθηκε

Για τον άσωτο που επέστρεψε

Για όλα όσα τέλειωσαν χωρίς ελπίδα πια.

Από τη συλλογή Η συνέχεια 3 (1962)

υ.γ. φοβερό το θέμα σου ΛινάκιΟζ - μπράβο!!!!!


Link to comment
Share on other sites

Κάθισε εδώ κοντά μου

Μου 'λειψες ξαφνικά

Έτσι όπως πέφτει ο ήλιος

Χτυπάει η μοναξιά

Μείνε λιγάκι ακόμα

Κάτι έχω να σου πω

Να πάρει ο αέρας χρώμα

Αχ, για να γεννηθείς εσύ κι εγώ

Γι' αυτό, για να σε συναντήσω

Γι' αυτό έγινε ο κόσμος μάτια μου

Γι' αυτό, για να σε συναντήσω

Δεν έχει αρχή και τέλος

Δεν έχει μέτρημα.......

(Τάσος Λειβαδίτης)

zopiron χαίρομαι που σου αρέσει.;)

Link to comment
Share on other sites


Διαφημίσεις

ΤΟ ΥΠΟΓΕΙΟ

Aν άρχιζε ο Θεός μια μέρα να μετράει όσα έφτιαξε,

άστρα, πουλιά, σπόρους, βροχές, μητέρες, λόφους,

θα τέλειωνε ίσως κάποτε. Eγώ κάθομαι εδώ, ολομόναχος,

μέσα σε τούτο το υγρό υπόγειο, έξω βρέχει,

και μετράω τα σφάλματα που έκανα, τις μάχες που έδωσα,

τις δίψες, τις παραχωρήσεις,

μετράω τις κακίες μου, κάποτε θαυμαστές, τις καλωσύνες μου

συχνά επηρμένες, μετράω, μετράω, δίχως ποτέ μου

να τελειώνω ― α, εσείς,

εσείς ταπεινώσεις, αλτήρες της ψυχής μου,

βαθύ, θρεπτικό ψωμί, αιώνιε πόνε μου,

όλη η δροσιά του μέλλοντος τραγουδάει μες στις κλειδώσεις μου

την ίδια ώρα που μου στρίβει το λαρύγγι η πείνα χιλιάδων

φτωχών προγόνων,

κι ω ήττες, συντρόφισσές μου, που μέσα σε μια στιγμή

με λυτρώσατε απ' τους αιώνιους φόβους της ήττας.

Eίμαι κι εγώ ένας Θεός μες στο δικό του σύμπαν, σε τούτο

το υγρό υπόγειο, έξω βρέχει,

ένα σύμπαν ανεξιχνίαστο κι ανεξάντλητο κι απρόβλεπτο,

ένας Θεός καθόλου αθάνατος,

γι' αυτό και τρέμοντας από έρωτα για κάθε συγκλονιστική

κι ανεπανάληπτη στιγμή του.

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ "ΠΟΙΗΣΗ Α΄" Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ

Angel-Woman-angel-women-black-and-white-animated-angels-my-album-DENISE-1-fantasy_large.jpg

Link to comment
Share on other sites

'Ομορφος κόσμος... Αγγελικά πλασμένος..

Τ ά σ ο ς Λ ε ι β α δ ί τ η ς

Δρόμοι που χάθηκα

γωνιές που στάθηκα

δάκρυα που πίστεψα

παιχνίδια στο νερό.

Πικρό το βράδυ φτάνει.

Νύχτες που έκλαψα

γέφυρες που έκαψα

άστρα π' αγάπησα

που πάω και τι θα βρω.

Πικρό το βράδυ φτάνει.

Λόγια που ξέχασα

φίλοι που έχασα

καημέ μεγάλε μου

ας πάμε τώρα οι δυο

πικρό το βράδυ φτάνει.......

Link to comment
Share on other sites

Παλιό η ψυχή μου γράμμα είναι κι εγράφη

σε μια παρθένα ωραία -- ευγενική

παρθένα -- που για λύπη ερωτική

το μοναστήρι εδιάλεξεν, ετάφη.

Τι τώρα κι αν ασπρίζουνε οι κροτάφοι;

Το τότε κι αν η μοίρα ήταν κακή;

Ενα συρτάρι εβένινον εκεί

των αναμνήσεων κρύβει το χρσάφι.

Την ώρα που γεμίζουν ίσκιο οι θόλοι,

καθισμένη σε πέτρα το κοιτά,

το σφίγγει στα ωχρά χέρια κλαίοντας όλη.

Επειτα, ενώ, με βλέφαρα κλειστά,

το φευγαλέο της όραμα κρατά,

σηκώνεται και πάει στο περιβόλι.

Με τον καιρό που πρόσχαρη ήταν νέα

-- αλίμονο! -- για να αναμετρηθεί,

για να 'βρει ένα σκοτάδι πιο βαθύ,

σέρνεται προς την πένθιμη αλέα.

Βαριά στη ζωή της έπεσε η αυλαία

κει δεν μπορεί καλά να θυμηθεί.

Το χείλος, μόνο ξέρει, δεν ανθεί,

δεν είναι πια τα μάτια της ωραία.

Κι όπως τα δέντρα ολόγυρα σιωπούν,

έτσι ποτέ για εκείνον που τη χάνει,

ποτέ δε θα 'ρθουν άνθρωποι να πουν.

Αχ, μήτε τ' όνομά του εδώ δε φτάνει!

Να ζει; Και παντα ναν τον αγαπούν;

Μην έχει τάχα -- σαν αυτή -- πεθάνει;

Είσαι, ψυχή μου, η κόρη που τη σβήνει

ολοένα κάποιος έρωτας πικρός,

που λησμονήθηκε κοιτώντας προς

τα περασμένα, κι έτσι θ' απομείνει.

Κατάμονη σε μι' άκρη, όπως εκείνη,

σε παρατούν ο κόσμος, ο καιρός.

Ενας ακόμη θα 'σουνα νεκρός,

αν οι νεκροί δεν είχαν τη γαλήνη.

Σαν αδερφούλα η κόρη αυτή σου μοιάζει

που γέρνει, συλλογίζεται και αργεί

χαμένην ευτυχία να νοσταλγεί.

Δικό σου λέω, ψυχή μου, είναι μαράζι

όσα, το βράδυ, δάκρυα, την αυγή,

στα ρόδα κατεβαίνει και μοιράζει.

Κώστας Καρυωτάκης

Link to comment
Share on other sites

Κι έτσι πάνε και σβήνουνε όπως πάνε.

Λέω τις ζωές που δόθηκαν στο φως

αγάπης γαλήνης, κι ενώ κυλούν

σαν ποταμάκια, εντός τους το σφαλούν

αιώνια κι αξεχώριστα, καθώς

μες στα ποτάμια φέγγει ο ουρανός,

καθώς στους ουρανούς ήλιοι κυλούν.

Λέω τις ζωές που δόθηκαν στο φως...

Λέω τις ζωούλες που 'ναι κρεμαστές

απ' τα ρουμπίνια χείλη γυναικός

ως κρέμονται στα εικονοστάσια εμπρός

τα τάματα, οι καρδιές ασημωτές,

κι είναι όμοια ταπεινές, όμοια πιστές

στ' αγαπημένα χείλη γυναικός.

Λέω τις ζωούλες που 'ναι κρεμαστές...

που δεν τις υποψιάζεται κανείς,

έτσι όπως ακολουθάνε σιωπηλές

και σκοτεινές και ξένες και θλιβές

το βήμα, την ιδέα μιας λυγερής

(κι αυτή δεν υποψιάστη), που στη γης

θα γείρουνε, θα σβήσουν σιωπηλές

Που δεν τις υποψιάζεται κανείς...

Που διάβηκαν αμφίβολα, θαμπά

σαν άστρα κάποιας ώρας αυγινής,

από τη σκέψη μιας περαστικής

που, για να τρέχει τόσο χαρωπά,

δεν είδε τις ζωές που σβηούν σιγά

σαν την ψυχή καντήλας αυγινής.

Που διάβηκαν αμφίβολα, θαμπά...


cIhqp3.png

9knMp3.png

"TO ΠΑΙΔΙ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΛΙΑ.Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ"

Ευτυχισμένος δεν είναι αυτός που έχει ό,τι θέλει,αλλά αυτός που θέλει ό,τι έχει!!!

Link to comment
Share on other sites

"Λυπούμαι γιατί άφησα να περάσει ένα πλατύ ποτάμι

μέσα από τα δάχτυλά μου

χωρίς να πιώ ούτε μια στάλα.

Τώρα βυθίζομαι στην πέτρα.

Ενα μικρό πεύκο στο κόκκινο χώμα,

δεν έχω άλλη συντροφιά.

Οτι αγάπησα χάθηκε μαζί με τα σπίτια

που ήταν καινούργια το περασμένο καλοκαίρι

και γκρέμισαν με τον αγέρα του φθινοπώρου."

Γιώργος Σεφέρης

Link to comment
Share on other sites


Διαφημίσεις


Τώρα που μήτε ο έρωτας μήτε η φιλία της φέρνει,

μήτε κι αυτό το μίσος μου παρηγοριάν, α, πώς

η ώριμη θλίψη μου κατά καιρούς τα περασμένα γέρνει,

της νιότης μου καρπός!

Χορδή η καρδιά μου δέχονταν το Μάρτη ανατριχίλα.

Ακόμα με συνέπαιρνε γλυκιά μια συλλογή

όταν το νέο Φθινόπωρο με μαραμένα φύλλα

εράντιζε τη γη.

Μια πεταλούδα επέταγε και την ακολουθούσα·

ήταν η απάρθενη ζωή μου, η ζωή του κόσμου, η μια.

Ο νους μου σάμπως ξύπνημα τη χαραυγή. Και η Μούσα

μού άγγιζε τα μαλλιά.

Δώστε μου τα παιδιάτικα χρόνια μου πόχουν γίνει

στην ηρεμία του δειλινού χρυσός, ωραίος καπνός,

τα χρόνια που 'ρθανε χαρά, πέρασαν καλοσύνη,

κι έφυγαν ουρανός.

Βάλετε πάλι στο πικρό χείλος μου την αχτίδα,

στα μάτια την ανθρώπινη και θεία σταλαγματιά.

Εξωτικό μπλάβο πουλί, φέρετε την ελπίδα,

χαμένη τώρα πια.

Και στο χλωμό μου μέτωπο για λίγο κάμετε ώστε

χίμαιρες, οραματισμοί σαν άστρα να κυλούν.

Οι άγγελοι να διατάζουνε, κι από τα τέμπλεα δώστε

οι θεοί να μου γελούν.

Ύστερα, στο κορύφωμα του απελπισμένου δρόμου,

ας ήτανε ανατέλλοντα τα μάτια σου να ιδώ,

πρώτη αγαπούλα, και να κράταες άνθος τ' όνειρό μου,

τ' όνειρο που μαδώ.

Α, πώς η λύπη μου κατά τα περασμένα στρέφει!

Όμοια και η νύχτα πάντοτε γυρίζει στο πρωί.

Α, πώς τα χρόνια σαν καπνός εχάθηκαν, σα νέφη,

σαν πάχνη, σα ζωή!

Καρυωτακης


cIhqp3.png

9knMp3.png

"TO ΠΑΙΔΙ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΛΙΑ.Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ"

Ευτυχισμένος δεν είναι αυτός που έχει ό,τι θέλει,αλλά αυτός που θέλει ό,τι έχει!!!

Link to comment
Share on other sites

Δος μου τα χέρια σου να κρατήσω τη ζωή μου.

Σʼ εύρισκα, αγαπημένη,

στο χαμόγελο όλων των αυριανών ανθρώπων.

Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου

είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου αγαπημένη μου.

Yστερα έρχόταν η βροχή.

Mα έγραφα σʼ όλα μας τα χνωτισμένα τζάμια τʼ όνομα σου

κι έτσι είχε ξαστεριά στη κάμαρά μας.

Kράταγα τα χέρια σου

κι έτσι είχε πάντοτε η ζωή ουρανό κι εμπιστοσύνη.

Tα μαλλιά σου είναι μαύρα όπως μια νύχτα,

στο στόμα σου ανασαίνει ολάκερη η άνοιξη…

Oλα μπορούσανε να γίνουνε στον κόσμο αγάπη μου,

τότε που μου χαμογελούσες.

Στην πιό μικρή στιγμή μαζί σου,

έζησα όλη τη ζωή.

Hξερες να δίνεσαι, αγάπη μου.

Δινόσουνα ολάκερη

και δεν κράταγες για τον εαυτό σου

παρά μόνο την έγνοια αν έχεις ολάκερη δοθεί.

Θα ξαναβρεθούμε μια μέρα.

Kαι τότε όλα τα βράδια κι όλα τα τραγούδια

θάναι δικά μας.

Θά ʽθελα να φωνάξω τʼ όνομά σου,

αγάπη μου, μʼ όλη μου τη δύναμη.

Nα το φωνάξω τόσο δυνατά

που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο

καμιά ελπίδα πιά να μήν πεθάνει.

Ναι, αγαπημένη μου, πολύ πριν να σε συναντήσω

εγώ σε περίμενα. Πάντοτε σε περίμενα…

Κι όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά-θυμάσαι;-

μου άπλωσες τα χέρια σου τόσο τρυφερά

σα να με γνώριζες από χρόνια. Μα και βέβαια

με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου

είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρά μου,

αγαπημένη μου…

Αγαπημένη, σου χρωστάω κάτι πιο πολύ απʼ τον έρωτα

εγώ σου χρωστάω το τραγούδι και την ελπίδα, τα δάκρυα

και πάλι την ελπίδα.

Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου, έζησα όλη τη ζωή.

Θάθελα να φωνάξω το όνομά σου, αγάπη, μʼ όλη μου τη δύναμη.

Να τʼ ακούσουν οι χτίστες απʼ τις σκαλωσιές

και να φιλιούνται με τον ήλιο

να το μάθουν στα καράβια οι θερμαστές

και νʼ ανασάνουν όλα τα τριαντάφυλλα

να τʼ ακούσει η άνοιξη και να ʽρχεται πιο γρήγορα

να το μάθουν τα παιδιά για να μη φοβούνται το σκοτάδι,

να το λένε τα καλάμια στις ακροποταμιές,

τα τρυγόνια στους φράχτες…

Να το φωνάξω τόσο δυνατά

που να μην ξανακοιμηθεί κανένα όνειρο στον κόσμο

καμιά ελπίδα πια να μην πεθάνει.

Να ταʼ ακούσει ο χρόνος και να μη σʼ αγγίξει, αγάπη μου, ποτέ.

…Μες στην αγάπη μας είναι ένα δροσερό κλωνάρι

ένα σπουργίτι

μια φυσαρμόνικα…

Link to comment
Share on other sites

  • 2 months later...

Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,

να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,

γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.

Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,

τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,

τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,

αν μεν' η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή

συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.

Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,

τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,

αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,

αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.

Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.

Πολλά τα καλοκαιρινά πρωϊά να είναι

που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά

θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους,

να σταματήσεις σ' εμπορεία Φοινικικά,

και τες καλές πραγμάτειες ν' αποκτήσεις,

σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ' έβενους,

και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,

όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά,

σε πόλεις Αιγυπτιακές πολλές να πας,

να μάθεις και να μάθεις απ' τους σπουδασμένους.

Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.

Το φθάσιμον εκεί ειν' ο προορισμός σου.

Αλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.

Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει

και γέρος πια ν' αράξεις στο νησί,

πλούσιος με όσα κέρδισες στο δρόμο,

μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.

Η Ιθάκη σ' έδωσε τ' ωραίο ταξίδι.

Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.

Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.

Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δε σε γέλασε.

Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,

ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν.


:-D ΣΤΟΧΟΣ - ΑΠΟΦΑΣΗ - ΕΠΙΜΟΝΗ - ΥΠΟΜΟΝΗ - ΕΠΙΤΥΧΙΑ -ΕΥΤΥΧΙΑ :P

Link to comment
Share on other sites

Εγγραφείτε ή συνδεθείτε για να σχολιάσετε

Για να δημοσιεύσετε ένα σχόλιο θα χρειαστεί να είστε εγγεγραμμένο μέλος. Είναι δωρεάν.

Δημιουργήστε νέα εγγραφή

Κάντε εγγραφή να συμμετάσχετε στις συζητήσεις - είναι εύκολη και γρήγορη!

Δημιουργήστε νέα εγγραφή

Σύνδεση

Έχετε ήδη έναν λογαριασμό χρήστη; Συνδεθείτε εδώ.

Συνδεθείτε τώρα
×
×
  • Δημιουργία νέου...